Tα κείμενα έχουν ενημερωτικό και εγκυκλοπαιδικό χαρακτήρα και μόνο και δεν αποτελούν "οδηγό" για νομικά ζητήματα, έχουν δε γραφεί με την νομοθεσία που ίσχυε κατά τον χρόνο σύνταξής τους.

AYTOΦΩΡΟ ΕΓΚΛΗΜΑ

 Η σκηνή είναι λίγο-πολύ γνωστή. Μια γυναίκα βαδίζει αμέριμνη στο πεζοδρόμιο κεντρικής οδού. Ξαφνικά αισθάνεται ότι κάποιος προσπαθεί να της «ξεριζώσει» το χέρι. Κάποιος προσπαθεί με βίαιο τρόπο να της αποσπάσει τη τσάντα από το χέρι της. Ενστικτωδώς η γυναίκα προσπαθεί να αμυνθεί αλλά είναι αδύνατο να αντισταθεί. Από τον ισχυρό πόνο που δέχεται εγκαταλείπει την τσάντα της στα χέρια του αδίστακτου κακοποιού, που με τη «λεία» τώρα στα χέρια του τρέχει  να εξαφανιστεί. Η έντρομη γυναίκα καταφέρνει παρόλα αυτά να φωνάξει με όση δύναμη διαθέτει «κλέφτης, κλέφτης»! Κατά  ευτυχή σύμπτωση μέσα στην ατυχία της, ο κλέφτης λίγο πιο κάτω παραπατάει, πέφτει κάτω και κάποιοι περαστικοί που είδαν την σκηνή, σπεύδουν και τον συλλαμβάνουν. Μετά από λίγα ώρα, ο δράστης παραδίδεται σε αστυνομικούς που προσέτρεξαν και στην συνέχεια οδηγείται στην Εισαγγελία για ακολουθηθεί η αυτόφωρη διαδικασία, αφού το έγκλημα που διέπραξε, είναι  όπως στην συνέχεια θα δούμε  αυτόφωρο.

                                           *

Ι. Έννοια αυτόφωρου εγκλήματος :

Το έγκλημα της κλοπής του παραδείγματός μας, είναι πράγματι αυτόφωρο σύμφωνα με το άρθρο 242 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας που αναφέρει ότι:

«Αυτόφωρο είναι το έγκλημα την ώρα που γίνεται, ή το έγκλημα που έγινε πρόσφατα».

Οι προϋποθέσεις επομένως που θέτει ο νόμος για να χαρακτηρισθεί ένα έγκλημα σαν αυτόφωρο, είναι δύο:

Α. Το έγκλημα να είναι σε εξέλιξη, την  ώρα δηλαδή που αυτό διαπράττεται ( πχ την «ώρα» που γίνεται η κλοπή) και

Β. Το έγκλημα που έγινε πρόσφατα.

Από τον λακωνικό ορισμό της έννοιας του αυτοφώρου που μας δίνει ο νόμος, η έννοια που χρειάζεται κάποια περαιτέρω επεξήγηση, είναι ο όρος «πρόσφατα», αφού είναι κάπως γενική και αόριστη. Για τον λόγο αυτό ο ίδιος ο νομοθέτης στην συνέχεια, προσπαθεί ενδεικτικά  να  δώσει κάποια στοιχεία που να προσδιορίζουν κάπως  την έννοια αυτή.

΄Ετσι  λοιπόν, αναφέρει ότι:

« Η πράξη θεωρείται ότι έγινε πρόσφατα, ιδίως όταν:

Αμέσως μετά … ο δράστης καταδιώκεται από δημόσια δύναμη [ αστυνομικό, λιμενικό όργανο κλπ], ή από τον παθόντα , η με δημόσια κραυγή [ φωνές] όπως επίσης και όταν συλλαμβάνεται οπουδήποτε να  έχει αντικείμενα ή ίχνη, από τα οποία συμπεραίνεται ότι διέπραξε το έγκλημα σε πολύ πρόσφατο χρόνο.

                                                                     *

Εάν τώρα επιχειρήσουμε να εφαρμόσουμε την διάταξη αυτή του νόμου στο παράδειγμα της κλοπής της τσάντας της ηλικιωμένης κυρίας που αναφέραμε στην αρχή, θα  καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι ο δράστης διαπράττει αυτόφωρο αδίκημα, εφόσον συλληφθεί:

1. Την  ώρα της αρπαγής της τσάντας ( την ώρα δηλαδή που γίνεται το έγκλημα) ή

2. Όταν συλληφθεί καταδιωκόμενος από την αστυνομία («δημόσια αρχή») ή την ίδια την παθούσα γυναίκα ή από τρίτους μετά από τις  φωνές πχ «κλέφτης, κλέφτης»! («δημόσια κραυγή») ή  

3. Όταν ο δράστης συλληφθεί λίγο αργότερα και έχει πάνω του το πορτοφόλι της άτυχης γυναίκας , δηλαδή έχει «ίχνη του εγκλήματός του».

Επομένως σύμφωνα με τα πιο πάνω, αυτόφωρο αδίκημα διαπράττει επίσης πχ και εκείνος ο  ασυνείδητος οδηγός, που ενώ τραυμάτισε ένα πεζό με το αυτοκίνητό του, στην συνέχεια εξαφανίζεται. Μετά από λίγο όμως συλλαμβάνεται  από μπλόκο της αστυνομίας και στο αυτοκίνητό του διαπιστώνεται ότι  υπάρχουν ίχνη του εγκλήματός του, αφού ο μπροστινός προφυλακτήρας του είναι στρεβλωμένος  και έχει  ίχνη αίματος από τον άνθρωπο που παρέσυρε

                                                                         *

ΙΙ. Χρονική ισχύς του αυτοφώρου:

Εκτός όμως από τις τρεις πιο πάνω προϋποθέσεις που αναφέραμε, για να χαρακτηρισθεί ένα έγκλημα σαν αυτόφωρο, θα πρέπει να συντρέχει και άλλη μία ακόμη που είναι η χρονική διάρκεια. Το θέμα αυτό των χρονικών ορίων του αυτοφώρου είναι ιδιαίτερα σημαντικό  και πρέπει να το εξηγήσουμε.

Την χρονική διάρκεια του αυτοφώρου εγκλήματος, την  ορίζει ο νόμος, που  αναφέρει  ότι: «καμία από τις πιο πάνω περιπτώσεις, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι  είναι αυτόφωρο, εάν  πέρασε όλη η επόμενη ημέρα από την τέλεσή της πράξης».

Επομένως, σύμφωνα με το νόμο, η ισχύς του αυτοφώρου  λήγει, αφού περάσει και ολόκληρη η επόμενη ημέρα από την τέλεση του εγκλήματος.

Εάν συνεπώς η  κλοπή που αναφέραμε στο παράδειγμά μας έγινε στις 11 το πρωί της 20ης Μαΐου, η λήξη του αυτοφώρου θα γίνει  τα μεσάνυχτα της επομένη ημέρας δηλαδή την 24.00 ώρα της  21ης Μαΐου.

                                                                  *

ΙΙΙ. Συνέπειες της σύλληψης με την αυτόφωρη διαδικασία.

Οι προανακριτικοί υπάλληλοι (αστυνομικός, λιμενικό όργανο, πυροσβέστης κλπ), είναι υποχρεωμένοι να ενεργήσουν ότι επιβάλλεται για να βεβαιωθεί η πράξη και να αποκαλυφθεί ο δράστης, εάν δε έχει συλληφθεί, τότε πρέπει να  τον οδηγήσουν   στον αρμόδιο εισαγγελέα.

Ο εισαγγελέας μετά από αυτό κινεί την ποινική δίωξη, παραγγέλλοντας προανάκριση ή ανάκριση ή μπορεί να παραπέμψει απευθείας τον κατηγορούμενο στο ακροατήριο του δικαστηρίου που συνεδριάζει την ημέρα εκείνη, και που ασχολείται αμέσως με την εκδίκαση της υπόθεσης.    

Εάν το αυτόφωρο έγκλημα που διαπράχθηκε είναι κακούργημα ή σοβαρό πλημμέλημα, [1] τότε ο εισαγγελέας κινεί την ποινική δίωξη μόνο όταν διαπιστωθεί μετά από προανάκριση κλπ ότι προκύπτουν αποχρώσες ενδείξεις.

ΙV.Δικαιώματα κατηγορούμενου στην αυτόφωρη διαδικασία:

Εάν ο κατηγορούμενος φτάσει στο ακροατήριο του δικαστηρίου με την διαδικασία του αυτοφώρου, έχει ορισμένα δικαιώματα, που ο πρόεδρος του δικαστηρίου οφείλει  (δηλαδή υποχρεούται) να του τα γνωρίσει, να του τα γνωστοποιήσει δηλαδή.

Τα δικαιώματά  αυτά του κατηγορούμενου είναι ότι :

1. Μπορεί να διορίσει συνήγορο και

2. Ότι εφόσον ο ίδιος το επιθυμεί, μπορεί να ζητήσει αναβολή για την εκδίκαση της υπόθεσής του  για τρεις ημέρες ( ή και δεκαπέντε σε κάποιες περιπτώσεις)  για να προετοιμάσει την υπεράσπισή του. Εφόσον υπάρξει τέτοιο αίτημα του κατηγορούμενου, το αυτόφωρο δικαστήριο υποχρεούται να αναβάλει την υπόθεση για τρεις ημέρες (σε ορισμένες περιπτώσεις και για δεκαπέντε ημέρες).

Επισημαίνουμε στο σημείο αυτό ότι η αναβολή αυτή της εκδίκασης της υπόθεσης είναι υποχρεωτική στην αυτόφωρη διαδικασία.

Στη περίπτωση αναβολής της υπόθεσης όμως, το δικαστήριο οφείλει να  αποφασίσει  εάν θα συνεχιστεί ή εάν θα διακοπεί η κράτηση του κατηγορούμενου  μέχρι την νέα δικάσιμο.

Αυτά σε πολύ γενικές γραμμές ισχύουν για την αυτόφωρη  διαδικασία.

Από όσα εκθέσαμε, αντιλαμβάνεται κανείς ότι η αυτόφωρη διαδικασία έχει σημαντική ταλαιπωρία για τον συλληφθέντα (κράτηση στα κρατητήρια της αστυνομίας κλπ)  και επί πλέον και κυρίως, αφού η διαδικασία αυτή είναι εκ των πραγμάτων συνοπτική και σύντομη, είναι λογικό σε ορισμένες περιπτώσεις ο κατηγορούμενος να μην έχει την χρονική ευχέρεια να συλλέξει τα αποδεικτικά εκείνα στοιχεία  που πιθανόν να βοηθούσαν την υπεράσπισή του.

Ε.Λ

em.loukas@gamaii.com

 



[1] Oπως θα δούμε σε άλλο σημείωμα, μια εγκληματική πράξη χαρακτηρίζεται σαν κακούργημα εάν η απειλούμενη ποινή είναι στέρηση της ελευθερίας από πέντε έως είκοσι χρόνια και πλημμέλημα εάν  η απειλούμενη ποινή είναι από  δέκα ημέρες μέχρι πέντε χρόνια)

ο Καιρός

by Freemeteo.com

 

Χορηγός Ιστότοπου

Συνεταιριστική Τράπεζα Δωδεκανήσου