Η ΕΘΝΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΤΑΞΙΑΡΧΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΤΟΥ ΠΑΝΟΡΜΙΤΟΥ
Από τα πρώτα ακόμα βήματα της δεύτερης περιόδου της (στα χρόνια της Τουρκοκρατίας) η Μονή Πανορμίτη ανταποκρίθηκε στην μεγάλη της αποστολή. Τα περισσεύματα από τα έσοδα της τα διέθετε πάντα σε εθνικούς και κοινωφελείς σκοπούς του τόπου.
Με την συνδρομή της λειτούργησε στα 1765-1820 η Ελληνική Σχολή της Αγίας Μαρίνας, που υπήρξε το φυτώριο των διδασκάλων του υπόδουλου τότε Ελληνισμού και μετά το κλείσιμο της από τους Τούρκους συνέχισε την συνδρομή της στο διάδοχο της Αγίας Μαρίνας, ελληνικό σχολείο του Κάστρου, το οποίο διηύθυνε ο Ιωάννης Φωτιάδης-Μαρκονής, ο μετέπειτα ηγούμενος της Ιερόθεος (1839-1860).
Με την έκρηξη της Ελληνικής Επαναστάσεως το 1821, η Μονή ήταν από τις πρώτες ημέρες αρωγός γιατί ο Ηγούμενος Νεόφυτος Β΄ (1794-1839), ήταν αντιπρόσωπος της Φιλικής Εταιρείας στις Νότιες Σποράδες, όπως ονομάζονταν τότε τα Δωδεκάνησα.
Τόσο ο Θέμελης, όσο και οι αρχηγοί της Επαναστάσεως Μιαούλης και Μπουμπουλίνα, ενισχύθηκαν με τρόφιμα και χρήματα. Ο Μιαούλης μάλιστα του οποίου ο πατέρας, Δημήτριος Βώκος διαβίωσε ως μοναχός στην Μονή σε βαθύ γήρας, είχε αφήσει έξι κανόνια για την ασφάλεια της. Τα κανόνια αυτά τα έδωσε η κοινότητα της Σύμης σε δύο Κασιώτες πλοιάρχους τους οποίους πλήρωνε από κοινού με την Τήλο, Χάλκη και Νίσυρο για να περιπολούν τα χωρικά ύδατα της Σύμης και των πιο πάνω νησιών.
Το γεγονός αυτό και η εθνική δράση της Μονής εξαγρίωσαν τους Τούρκους που άρχισαν να ενοχλούν την Μονή και να προκαλούν τον Ηγούμενο. Έτσι η κοινότητα της Μονής αναγκάσθηκε να επικαλεσθεί την συνδρομή του Πατριαρχείου και να επιτύχει την ισχύ Φιρμανιού που εκδόθηκε από τον Σουλτάνο Σελίμ Γ΄ το 1806. Αυτό το Φιρμάνι έθετε τέρμα στις αυθαιρεσίες των Τούρκων, οι οποίοι έκτοτε έπαψαν να ενοχλούν την Μονή.
Μετά την επανάσταση, η Μονή εξακολούθησε την εθνική και κοινωνική της δράση. Υιοθετούσε υποτροφίες για ιερατικές σπουδές, και επιχορηγούσε με σεβαστό ποσό κάθε χρόνο την κοινότητα Σύμης καθώς και διάφορα κοινωφελή ιδρύματα του νησιού. Το Ελληνικό Σχολείο του Κάστρου όπως προϋπαμε και το Πανορμίτειο Γυμνάσιο, συστάθηκαν επίσης με γενναία επιχορήγηση της Μονής.
Αλλά και κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Μονή δεν έμεινε αδρανής. Χρησιμοποιήθηκε από τους Συμμάχους τα έτη 1943-1944, και συγκεκριμένα από την μυστική υπηρεσία πληροφοριών A.F 133 που είχε την έδρα της στο Τουρκικό λιμάνι «Απλωθήκα» ή «Απλοθήκα» της Μικρασιατικής Ακτής, απέναντι ακριβώς από την Σύμη, σαν σταθμός.
Τό όλο σχέδιο είχε καταστρωθεί από την συμμαχική Υπηρεσία της «Ἀπλωθήκας» η οποία οργάνωσε στο Νησί κατασκοπευτική ομάδα, με απώτερο σκοπό την εγκατάσταση στρατιωτικής Δυνάμεως, που θα έκανε κρούσεις στους κατακτητές. Στην ομάδα αυτή ανήκαν οι δημοδιδάσκαλοι Αντώνιος Αγγελίδης, Ανδρέας Μοσχόβης, οι οποίοι στην συνέχεια εκτελέστηκαν, καθώς και ο Ηγούμενος Χρύσανθος Μαρουλάκης, ο Εργομηχανικός (αρχιτέκτονας) Γεώργιος Χατζησταυριός, με τον Μιχαήλ Λάμπρου υπάλληλοι του Μοναστηριού, και ο ασυρματιστής Λοχίας του Ελληνικού Στρατού Φλώρος Ζουγανέλης, από την Μύκονο. Οι Αντώνης Αγγελίδης και Ανδρέας Μοσχόβης δούλευαν στην κομαντατούρ ως διερμηνείς και εφοδίαζαν με πληροφορίες τους πατριώτες, στην Ιερά Μονή του Πανορμίτη.
Ο δημοδιδάσκαλος ήρωας Ανδρέας Μοσχόβης (30 Νοεμβρίου 1906-19 Μαΐου 1944)
Ο Ανδρέας Μοσχόβης γεννήθηκε στις 30 Νοεμβρίου του 1906 και οι γονείς του ήταν ο Θαρρεινός Μοσχόβης και η Σταματία, το γένος Χατζηβασιλείου. Όταν όπως θα δούμε παρακάτω συνελήφθηκε και εκτελέστηκε η ομάδα του Μοναστηρίου,
πρότειναν στους Αγγελίδη και Μοσχόβη, να φυγαδεφθούν απέναντι στις Μικρασιατικές ακτές, αλλά αυτοί αρνήθηκαν, νομίζοντας ότι δεν συντρέχει λόγος. Τελικά προδοθέντες από τυχαίο περιστατικό, συνελήφθησαν και μεταφέρθηκαν στην Ρόδο όπου βασανίσθηκαν και τελικά εκτελέσθηκαν στις 19 Μαΐου 1944. Αργότερα οι συγγενείς τους προσπάθησαν να βρούνε τα οστά τους για να τα θάψουνε, αλλά στάθηκε αδύνατον.
Μεταθανάτιος έπαινος στον ήρωα Ανδρέα Μοσχόβη (Ρόδος 5 Μαΐου 1985)
Μάλιστα ήταν τόσο μεγάλος ο πόνος και η θλίψη, από τον χαμό τους, που η αδελφή του Ανδρέα Μοσχόβη, Μαρία που ζούσε μαζί του στην Σύμη, αρρώστησε και νοσηλεύθηκε 40 χρόνια στο Δρομοκαΐτειο όπου και πέθανε.
Ο Αντώνης Αγγελίδης γεννήθηκε στην Σύμη στις 20 Μαρτίου 1905. Γονείς του ήταν ο Αγγελής και η Άννα. Η σύζυγος του ονομαζόταν Άννα το γένος Σαρρή και τα παιδιά του Μιλτιάδης και Δέσποινα.
Ο Φλώριος ή Φλώρος Ζουγανέλης, γεννήθηκε στην Μύκονο την 25η Δεκεμβρίου 1921. Ήταν ανιψιός του Ηγουμένου της Παναγίας «Τουρλιανής» της Μυκόνου, Δωρόθεου Στέκα, μετέπειτα Μητροπολίτη Δωρόθεου Α΄ ο οποίος υπήρξε φλογερός Δάσκαλός του, που τον έμαθε να αγαπά την Ελλάδα και να πεθαίνει γι’ αυτήν.
Ο Μακαριστός Μητροπολίτης Σύρου Δωρόθεος Α΄(Στέκας)
Ο Δωρόθεος Α΄ (Στέκας), 1913-14 Αυγούστου 2001,ήταν Μητροπολίτης Σύρου, Τήνου και Μυκόνου. Γεννήθηκε στην Μύκονο το 1913. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές του στη Σύρο, αποφοίτησε της θεολογικής Σχολής Αθηνών το 1937 όπου και συνέχισε επί διετία παρακολουθώντας μαθήματα στην Νομική Σχολή. Χειροτονήθηκε διάκονος το 1934 και πρεσβύτερος αρχιμανδρίτης το 1940. Τοποθετήθηκε ως ιεροκήρυκας στην Ιερά Μητρόπολη Σύρου καθώς και Ηγούμενος της Μονής Τουρλιανής στη Μύκονο (1940-1965) την ιστορία της οποίας και συνέγραψε. Κατά τη διάρκεια της κατοχής στη Μονή αυτή, περιέθαλψε Έλληνες και Άγγλους των οποίων και διευκόλυνε τη φυγάδευσή τους στην Μέση Ανατολή. Για την αντιστασιακή του αυτή δραστηριότητα τιμήθηκε τόσο από την Εκκλησία όσο και από την Πολιτεία με πολλά παράσημα και διακρίσεις. Μητροπολίτης Σύρου εκλέχθηκε το 1965.
Έτσι ο Ζουγανέλης στάλθηκε στην Μονή με ασύρματο και με την βοήθεια του Ηγούμενου Χρύσανθου Μαρουλάκη (1926-1944), εκπλήρωσε την αποστολή του. Αφίχθηκε στην Μονή στις 10 Οκτωβρίου 1943 και συστήθηκε σαν ανιψιός του ηγούμενου, που τον είχε τάξει η μάνα του στον Αρχάγγελο της Σύμης να γίνει μοναχός. Προσποιήθηκε επίσης τα επαγγέλματα του εργάτη και του ψαρά για να μην δώσει υποψίες. Αμέσως ο Ζουγανέλης με την βοήθεια της ομάδας έπιασε δουλειά. Οι πληροφορίες που έστελνε στο συμμαχικό αρχηγείο ήταν εξαιρετικά πολύτιμες. Δεν προλάβαινε να φανεί εχθρικό πλοίο και μετά από λίγο τα υποβρύχια των συμμάχων το τίναζαν στον αέρα. Γι’ αυτό τον ασυρματιστή, τον αποκαλούσαν «μπουρλοτιέρη Μιαούλη». Μια μέρα όμως ο Ζουγανέλης αντιλήφθηκε ύποπτες κινήσεις. Έβαλε τότε σε μία βάρκα τον ασύρματο και με χίλιες δυο προφυλάξεις τον μετέφερε στα «Σεσκλιά», ένα νησάκι που βρίσκεται κοντά και ανήκει στο μοναστήρι του Πανορμίτη. Στη θάλασσα τον σταμάτησε ένα ιταλικό περιπολικό με τρείς άνδρες και του έδεσε την βάρκα για να τον πάει στον Γιαλό, την πρωτεύουσα της Σύμης. Ο Ζουγανέλης ωστόσο δεν τα έχασε. Είχε μαζί του χειροβομβίδες και πέταξε μια από αυτές στο περιπολικό, με αποτέλεσμα να σκοτώσει τους δύο Ιταλούς και να τραυματίσει τον τρίτο. Τότε γύρισε στο μοναστήρι και τοποθέτησε τον ασύρματο σε ασφαλέστερο μέρος. Έσκαψε το κάτω μέρος του τοίχου από το παράθυρο ενός κελιού και έτσι συνέχισε την δράση του με μεγαλύτερη ασφάλεια. Οι Ιταλοί μαζί με τους Γερμανούς των Ες-Ες παρόλα αυτά, είχαν μυρισθεί ότι κάτι γινόταν στον Πανορμίτη. Σύντομα πέρα από ενδείξεις θα είχαν και αποδείξεις. Αυτό έγινε όταν ο Ηγούμενος Χρύσανθος Μαρουλάκης που γεννήθηκε στα Καλαβάρδα της Ρόδου το 1890, παγιδεύτηκε από δύο Ιταλούς φασίστες, τον λοχία Γιακομίνο και στρατιώτη Πάολο, οι οποίοι του ζήτησαν έγγραφο απευθυνόμενο σε ανθρώπους του στην Απλωθήκα για να περάσουν απέναντι ως φίλα προσκείμενοι στο συμμαχικό καθεστώς. Στην πραγματικότητα ήταν με τους Γερμανούς. Μετά από πολλά ο Ηγούμενος κάμφθηκε και ενέδωσε. Μόλις όμως έκαναν να απομακρυνθούν από την Σύμη, τους συνέλαβε δήθεν τυχαία ένα μικρό ιταλικό πολεμικό, που παρέπλεε εκεί κοντά.
Στην συνέχεια στον Ηγούμενο που παρέθετε συχνά δείπνα στους φασίστες, έγινε προσποιητή προσφορά από τον Γερμανό υποδιοικητή της Αστυνομίας και τον Ιταλό Ανθυπολοχαγό Τσέτσι αν θα μπορούσαν να φανούν χρήσιμοι στον Γέροντα και να τους γράψει σε ένα χαρτί την επιθυμία του. Ο Ηγούμενος χωρίς να υποψιαστεί κάτι, έγραψε σε ένα χαρτί να του φέρουν 500 οκάδες σπόρο πατάτας από τον αδελφό της νεωκόρου Σταματίας Παπανικολάου, εφημέριο της Παναγίας Κρεμαστής Ρόδου, πατέρα Βασίλειο Παπανικολάου. (Το 1949 χρημάτισε τοποτηρητής της Μονής). Έτσι οι Γερμανοί είχαν πια τεκμήριο τον γραφικό χαρακτήρα του Ηγουμένου. Στην συνέχεια κράτησαν τον ηγούμενο και πήγαν και έφεραν τον Ζουγανέλη και τον Λάμπρου. Επί ώρες τους βασάνιζαν για να μαρτυρήσουν.
Ο Ηγούμενος ήρωας Χρύσανθος Μαρουλάκης (1890-11 Φεβρουαρίου 1944)
Την άλλη μέρα, 11 Φεβρουαρίου 1944, οι Γερμανοί συλλαμβάνουν τον ηγούμενο και τους Μιχαήλ Λάμπρου και Φλώρο Ζουγανέλη, στις 8πμ και με συνοδεία 6 Ιταλών στρατιωτών με επικεφαλής τον λοχία Τσερβίνι, για να τους πάνε στην Σύμη και από εκεί στην Ρόδο για να δικαστούν. Σε όλη την διαδρομή τους χλεύαζαν και τους χτυπούσαν. Στην θέση «Παναγία Στρατερή» η φύλαξη χαλαρώνει για λίγο και οι 3 ήρωες ορμάνε πάνω στους φρουρούς. Μετά από πάλη τελικά τους εκτελούν χωρίς να δικασθούν.
Σύμφωνα με τον Γεώργιο Β. Πετρόπουλο (¨Ιστορικό και θαύματα του Πανορμίτη¨), «στην Ανατολική πλευρά της Παναγίας της «Στρατερής» δίπλα στό Ιερό, τρεις ξύλινοι σταυροί έδειχναν αργότερα για χρόνια, τους τάφους των εθνομαρτύρων. Αρκετά χρόνια μετά, τα οστά των ηρώων μεταφέρθηκαν στο μοναστήρι όπου για να τιμήσει την ιερή τους μνήμη, έχει ανεγείρει επιβλητικό Ηρώο στην προκυμαία του, το οποίο «με δωρική λιτότητα» απεικονίζει σε ανάγλυφο ορείχαλκο μεγάλων διαστάσεων, την στιγμή τής εκτελέσεως. Το έργο τούτο, φιλοτεχνήθηκε από τον σπουδαίο Συμαίο γλύπτη, Κώστα Βαλσάμη το έτος 1974».
Τα αποκαλυπτήρια έγιναν στις 30 Μαΐου 1974 παρουσία των Μητροπολιτών Ρόδου, Καρπάθου-Κάσου, Κώου, Λέρου-Καλύμνου-Αστυπάλαιας και Σύρου-Τήνου-Μυκόνου που με επικεφαλής τον Άγιο Ρόδου τοποθέτησαν τα οστά στην βάση του νέου Ηρώου. Και συνεχίζει «μετά τα δραματικά τούτα γεγονότα, επακολούθησαν γενικές έρευνες και συλλήψεις στη Μονή, μετά τις οποίες αποκαλύφθηκαν πράγματα αδιανόητα για
τον κοινό νου: Η δεξαμενή τοῦ «Καβαλλάρη» κάτω απ’ τήν μύτη κυριολεκτικά των Ιταλο-Γερμανών, έκρυβε ολόκληρη αποθήκη πυρομαχικών. Ο τάφος του Ιερομονάχου Παϊσίου, αποτελούσε για πολύ καιρό τό χρηματοκιβώτιο της Μονής, κρύβοντας μέσα ολόκληρη την περιουσία της σε λίρες και κοσμήματα. Αυτά λεηλατήθηκαν αγρίως από τους Ιταλούς, που για μέρες άρπαζαν, κατέστρεφαν και λαφυραγωγούσαν. Το απαράμιλλο κάλλος του Πανορμίτη αμαυρώθηκε και για κάποιο διάστημα έπαυσε να λειτουργείται. Ευτυχώς δια της φοβεράς προστασίας του Ταξιάρχου, αποφεύχθηκαν ανεπανόρθωτες καταστροφές εις το Καθολικό και τα κειμήλια.
Η διάσωσή των κειμηλίων, οφείλεται στην πρόνοια της ευλαβούς τότε Νεωκόρου της Μονής Σταματούλας Παπανικολάου εκ Κρεμαστής Ρόδου, η οποία με την Χάρη και το φωτισμό του Αρχαγγέλου, εγκαίρως προέβλεψε τα γινόμενα και προ της συλλήψεως των τριών εκτελεσθέντων ηρώων, μερίμνησε για την μεταφορά και φύλαξή τους σε ασφαλή χώρο».
Τελικά οι φασίστες έφυγαν από την Σύμη οριστικά, στις 24 Σεπτέμβρη 1944, αφήνοντας πίσω τους ερείπια. Τόση ήταν η μανία τους ώστε δεν ξέφυγε, ούτε η Μεγάλη Παναγιά του Κάστρου, ένα από τα αρχαιότερα και πιο σημαντικά βυζαντινά κτίσματα της Σύμης.
(Το υλικό έχει αντληθεί από την ιστοσελίδα της Ιεράς Μονής Αρχαγγέλου Μιχαήλ του Πανορμίτη και από τα βιβλία: 1)Γεωργίου Β. Πετρόπουλου «Ιστορικό και Θαύματα του Πανορμίτη», 2)Μ. Σκευοφύλακα «Ο Πανορμίτης και η Περιώνυμη Μονή του (Συμβολή στη Συμαϊκή Ιστορία)», 3) Ι.Μ. Χατζηφώτη «Η Ιερή Μονή Πανορμίτου Σύμης», Έκδοση Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών Δωδεκανήσου, από το προσωπικό αρχείο των Ανδρέα και Νικολάου Μοσχόβη και από έρευνα του υπογράφοντα).
Μανώλης Κολεζάκης
Πρόεδρος της Ένωσης Ροδίων Αθηνών-Πειραιώς